ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ

Είναι η συνέχεια μιας ευρύτερης προσπάθειας διάδοσης πνευματικών κειμένων, στον χώρο του διαδικτύου Αυτή η προσπάθεια είναι ένας αυθόρμητος τρόπος επικοινωνίας που γίνεται από αγάπη, με σκοπό να γνωρίσουν όσοι επιθυμούν το πρόσωπο του Χριστού. Δεν είναι θρησκευτική προπαγάνδα που αντιβαίνει στο πνεύμα του Ευαγγελίου. Σέβεται την ελευθερία και τις ιδιαιτερότητες του καθενός. Την εθνότητά του, τη γλώσσα του, την παράδοσή του Κυρίως παρουσιάζεται η ακρίβεια της ορθόδοξης πίστης και ζωής, ο θησαυρός τής λατρείας τής Εκκλησίας, η Πατερική ερμηνεία της Αγίας Γραφής και ιδιαίτερα η εμπειρική γνώση και κοινωνία με τον Θεάνθρωπο Σωτήρα μέσα από τη ζωή των Αγίων. Η επιδίωξη είναι, αυτή η αστείρευτη πηγή αγαθών να γίνεται γνωστή σε όσους την αγνοούν και διψούν το ύδωρ το ζων που είναι ο Χριστός, ο Θεός τής αγάπης, το φως, η αποκαλυφθείσα αλήθεια, η ζωή των ανθρώπων και ο Μοναδικός Σωτήρας. «Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος».

Αγία Αικατερίνη: Προστάτιδα πολλών επαγγελμάτων αλλά και των ανύπαντρων γυναικών





Η Αγία Αικατερίνη ή Αικατερίνη της Αλεξάνδρειας, γνωστή και ως Μεγαλομάρτυς Αγία Αικατερίνη και κατά τους υμνολόγους της Ορθόδοξης Εκκλησίας Αικατερίνα (282 – 305), που κατά την Ορθοδοξία, έγινε αγία επειδή έμεινε ακλόνητη στα πιστεύω της παρά τις πιέσεις και τα βασανιστήρια που υπέστη, κατά τον πρώιμο 4ο αιώνα.


Στην Ελλάδα η αγία έχει συνδεθεί και με τη λαογραφία.

Στις Κυκλάδες, ιδιαίτερα, οι άγαμες γυναίκες, φτιάχνουν τις «αλμυροκουλούρες», στην Κατερίνη τιμάται και ως πολιούχος, ενώ είναι προστάτιδα των γεωργών αλλά και πάρα πολλών επαγγελματικών ομάδων σε πολλές χώρες του κόσμου, όπως των δικηγόρων και νομικών, των βιβλιοθηκονόμων των φιλοσόφων, των μυλωνάδων, των γανωματήδων, των νοσοκόμων, των γραμματέων, των στενογράφων, των βυρσοδεψών και των αγγειοπλαστών.



Η Αγία Αικατερίνη θεωρείται και προστάτιδα των ετοιμοθάνατων, των παρθένων και των ανύπαντρων γυναικών. Οι γεωργοί στη χώρα μας είχαν συνδέσει την καλή σπορά με την αγία. Μάλιστα, σύμφωνα με την παράδοση, επειδή η γιορτή της συμπίπτει με τη σπορά, σε περίπτωση ανομβρίας η αγία «δανείζεται νερό» από άλλον άγιο για να βρέξει!

Οι διωγμοί, τα βασανιστήρια, οι θρύλοι


Σύμφωνα με τον Ρουφίνο, ύπαρχο της αυλής του αυτοκράτορα Θεοδόσιου, το πρώτο της όνομα ήταν Δωροθέα. Μετά τη βαφτισή της, όμως, έλαβε το όνομα Αικατερίνα, αυτή δηλαδή που είναι πάντα καθαρή, αγνή (αιέν καθαρινά, δηλαδή «η πάντοτε αγνή»). Έζησε στην Αλεξάνδρεια, στα χρόνια του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, και είχε αριστοκρατική καταγωγή και τεράστια μόρφωση.

Κατά τη φυλάκισή της η αγία υπέμεινε τις πιέσεις και τις κακουχίες με θάρρος και υπομονή, που αντλούσε, σύμφωνα με την παράδοση, από τη δύναμη της βαθιάς της πίστης, όπως συνέβαινε τότε και με όλους τους Χριστιανούς που μετά τον θάνατό τους αναγνωρίστηκαν από την Εκκλησία ως μάρτυρες.

Όταν στη συνέχεια έμαθε η σύζυγος του αυτοκράτορα, Φαυστίνα, τον λόγο για τον οποίο είχε φυλακιστεί και είχε καταδικαστεί σε θάνατο, όχι απλώς συγκινήθηκε από τη στάση της, αλλά ζήτησε να της δοθεί η άδεια να την επισκεφτεί στο κελί της. Το αίτημά της έγινε δεκτό και, έτσι, με συνοδεία 200 στρατιωτών, οι οποίοι είχαν ως επικεφαλής τον Φρούραρχο Πορφυρίωνα ή Πορφύριο, συναντήθηκε μαζί της.

Όμως τόσο η Φαυστίνα όσο και οι στρατιώτες προσηλυτίστηκαν από την Αικατερίνη στη νέα θρησκεία. Τότε ο αυτοκράτορας διέταξε τον αποκεφαλισμό της συζύγου του, Φαυστίνας, του φρουράρχου και των στρατιωτών και διέταξε την εκτέλεση της αγίας με μαρτυρικό τρόπο.

Για τον θάνατό της χρησιμοποιήθηκε ο «τροχός των βασανιστηρίων», ένα κυκλικό σίδερο του οποίου η περιφέρεια έφερε καρφιά. Ο τροχός αυτός κινούνταν με σκοινιά και τροχαλίες σιγά-σιγά και ακουμπούσε το δεμένο σώμα του καταδικασθέντος σε θάνατο.

Ο θρύλος εδώ αναφέρει πως τα καρφιά του τροχού, όταν πλησίασαν το σώμα της αγίας, ένα-ένα έσπαγαν. Κατ’ άλλον θρύλο, ο εν λόγω τροχός, πριν πλησιάσει το σώμα της αγίας, διαλύθηκε «εις τα εξ ων συνετέθη».

Έτσι, αποφασίστηκε τελικά ο αποκεφαλισμός της, ο οποίος, όταν συνέβη, οι παριστάμενοι αντιλήφθηκαν να ρέει γάλα αντί αίμα.

Στη συνέχεια, σύμφωνα με έναν άλλο θρύλο, το πάναγνο σώμα της αγίας μεταφέρθηκε υπό «πτερύγων αγγέλων» στο όρος Σινά της ομώνυμης χερσονήσου, όπου επί αιώνες έμεινε άταφο, κατά τους βιογράφους της και την ιερή παράδοση, μέχρι τον 6ο αιώνα, οπότε ερημίτες μοναχοί της περιοχής μέσω οράματος ειδοποιήθηκαν και κατέβασαν από το όρος το σώμα της αγίας και το εναπόθεσαν σε μαρμάρινη θήκη.




Σύμφωνα με έναν θρύλο, το πάναγνο σώμα της αγίας μεταφέρθηκε υπό «πτερύγων αγγέλων» στο όρος Σινά της ομώνυμης χερσονήσου, όπου επί αιώνες έμεινε άταφο.

Έπειτα ενημερώθηκε ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός, ο οποίος έκτισε την ιερή Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά και την εκκλησία (καθολικό) της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (που κτίσθηκε μεταξύ 548 και 565) εντός της οποίας τοποθετήθηκε η μαρμάρινη θήκη.

Στη μονή αυτή διασώζεται ένα σημαντικό θησαυροφυλάκιο της πρώιμης χριστιανικής τέχνης και αρχιτεκτονικής και πλήθος εικονογραφημένων χειρογράφων. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή του θρύλου, έχοντας απορρίψει η Αικατερίνη πολλές γαμήλιες προτάσεις, ανέβηκε στους ουρανούς κατά τη διάρκεια οράματος και μνηστεύθηκε τον Χριστό.



Ιερά λείψανα, όμως, της Αγίας Αικατερίνης της Μεγαλομάρτυρος φέρονται να επιδεικνύονται από τα μέσα του 11ου αιώνα και στη νορμανδική πόλη Ρουάν, όπου, κατά τους Kαθολικούς, τα έφερε εκεί περί το 1207 ο ερημίτης μοναχός Συμεών.