Μαρτυρία ιερομονάχου Ιακώβου:
Ήμουν λαϊκός ακόμη, φοιτητής στο Εκκλησιαστικό Λύκειο Λαμίας, το έτος 1986 με το όνομα Ιωάννης.
Ανέβηκα στο Άγιον Όρος και επισκέφτηκα, με τα από ευλογία που είχα από τον γέροντά μου π. Ιάκωβο Τσαλίκη, τον γέροντα Παΐσιο [και οι δύο έχουν αγιοκαταχθεί], για να τον συμβουλευτώ αν πρέπη να γίνω μοναχός ή όχι.
Ο γέροντας Ιάκωβος ευλαβείτο το γερω-Παΐσιο και όταν πήγα, μου έδωσε να του δώσω κάτι για ευλογία, και πρόσθεσε:
«Να πης στον γερω-Παΐσιο, όταν βγη στην Θεσσαλονίκη, ας έλθη να μας δη. Εγώ, Γιαννάκη μου, είναι δύσκολο να δω τον Γέρον τα, γιατί πρέπει να περάσω βουνά, λαγκάδια, θάλασσα, που δεν το επιτρέπει η υγεία μου και εξάλλου ο γερω-Παΐσιος είναι άγιος, εγώ αμαρτωλός και ανάξιος».
Μου έδωσε τότε και 5.000 δραχμές να ανάψω κερί στο εκκλησάκι του.
Όταν πήγα στο Όρος, συνάντησα τον Γέροντα έξω ακριβώς από την πόρτα του μόλις μας είδε -ήμουν μαζί με κάποιο ιερομόναχο, μας λέει:
«Βρε, καλώς τους, βρε, καλώς τους!».
Πήραμε ευχή και λέει σε μένα:
– Βρε, τι λες; Θα σε κάνουμε καλόγερο;
– Γέροντα, του λέω, έχω πρόβλημα από τους γονείς μου.
– Άκουσε να σου πω, άφησε τους γονείς να κλάψουν ένα-δυο μήνες, για να μην κλαις εσύ αιωνίως, και πήγαινε πριν χάσης τον θησαυρό (εννοούσε τον γέροντα Ιάκωβο, χωρίς να του πω που σκεπτόμουν να πάω για να μονάσω).
-Γέροντα, έχετε την ευχή του π. Ιακώβου από τον όσιο Δαυίδ.
– Αχ, παιδί μου, αυτοί είναι σήμερα οι άγιοι που αγωνίζονται και προσεύχονται έχοντας ταπείνωση και αγάπη. Εγώ δεν είμαι άξιος να δω αυτόν τον γίγαντα της Ορθοδοξίας, αλλά είναι και μακριά πολύ για να τον συναντήσω, χρειάζεται αγώνας και κόπος πολύς. Αλλά ο Θεός μας έχει δώσει αγάπη και επικοινωνούμε πνευματικά μεταξύ μας.
Αφού μας είπε πολλά πνευματικά και συμβουλες, στο τέλος του λέω:
– Γέροντα, είναι ευλογημένο να προσκυνήσω στο εκκλησάκι σας για ευλογία;
Και ο Γέροντας μου λέει:
– Όχι, δεν χρειάζεται.
– Γέροντα, κάντε αγάπη, για ευλογία.
– Όχι, παιδί μου, γιατί μπορεί ο γερω-Ιάκωβος να σου έχη δώσει κανένα πεντοχίλιαρο και μετά τι θα το κάνω εγώ, που είμαι καλόγερος;
Δεν με άφησε να προσκυνήσω. Μου έδωσε ένα κομποσχοινάκι και ένα σταυρουδάκι να τα δώσω στον Γέροντα. Όταν επέστρεψα στο Μοναστήρι, με δέχτηκε ο Γέροντας με χαρά.
Και του έδωσα τα δώρα από τον γέροντα Παΐσιο και αμέσως μου λέει:
«Το πεντοχίλιαρο που δεν πήρε ο γέροντας Παΐσιος και δεν σας άφησε να προσκυνήσετε, πάρτο δικό σου για τα έξοδα στην Σχολή στην Λαμία».
Εγώ έμεινα άναυδος.
– Γέροντα, που το ξέρετε εσείς;
– Να, μου λέει στο αυτί ψιθυριστά. Εμείς, παιδί μου, επικοινωνούμε πνευματικά.
Από το βιβλίο, ο «Γέρων Ιάκωβος, Διηγήσεις, νουθεσίες, μαρτυρίες», έκδοση Ενωμένη Ρωμηοσύνη.
pemptousia.gr & simeiakairwn