ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ

Είναι η συνέχεια μιας ευρύτερης προσπάθειας διάδοσης πνευματικών κειμένων, στον χώρο του διαδικτύου Αυτή η προσπάθεια είναι ένας αυθόρμητος τρόπος επικοινωνίας που γίνεται από αγάπη, με σκοπό να γνωρίσουν όσοι επιθυμούν το πρόσωπο του Χριστού. Δεν είναι θρησκευτική προπαγάνδα που αντιβαίνει στο πνεύμα του Ευαγγελίου. Σέβεται την ελευθερία και τις ιδιαιτερότητες του καθενός. Την εθνότητά του, τη γλώσσα του, την παράδοσή του Κυρίως παρουσιάζεται η ακρίβεια της ορθόδοξης πίστης και ζωής, ο θησαυρός τής λατρείας τής Εκκλησίας, η Πατερική ερμηνεία της Αγίας Γραφής και ιδιαίτερα η εμπειρική γνώση και κοινωνία με τον Θεάνθρωπο Σωτήρα μέσα από τη ζωή των Αγίων. Η επιδίωξη είναι, αυτή η αστείρευτη πηγή αγαθών να γίνεται γνωστή σε όσους την αγνοούν και διψούν το ύδωρ το ζων που είναι ο Χριστός, ο Θεός τής αγάπης, το φως, η αποκαλυφθείσα αλήθεια, η ζωή των ανθρώπων και ο Μοναδικός Σωτήρας. «Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος».

Η Αλήθεια έγινε Πρόσωπο.



Τί είναι αυτό που μαθαίνουμε από το γεγονός ότι ο Θεός είναι ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός, όπως περιγράφεται από τον απόστολο Παύλο;

Το πρώτο πράγμα που νομίζω έχει τεράστια σημασία είναι το γεγονός ότι ο Θεός είναι προσωπικός. Μόνο ένας Θεός που είναι πρόσωπο μπορεί να ενωθεί με ένα ανθρώπινο πρόσωπο. Δεν μπορεί να υπάρξει ένωση μεταξύ ανθρώπου και απρόσωπου Θεού –μπορεί να υπάρξει διαποτισμός της ανθρωπότητας του ανθρώπου, αλλά όχι ένωση.

Και αυτό είναι μεγάλης σπουδαιότητας με όρους αποκάλυψης, διότι ή σπουδαιότερη αποκάλυψη που μας προσφέρθηκε εν Χριστώ είναι η δυνατότητα που έχουμε ως ανθρώπινα πρόσωπα να συναντηθούμε ενώπιος ενωπίω με ένα θεία Πρόσωπο.


Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που συνέβη με τον Ιησού: γενώμενος Υιός του Ανθρώπου, ο Υιός του Θεού εισέρχεται στην ανθρώπινη ιστορία· προσλαμβάνοντας σάρκα, ο Λόγος του Θεού ενώνει Εαυτόν με τον υλικό κόσμο. Καθετί κτιστό, ότι είναι ανθρώπινο και ότι είναι υλικό –είτε ορατό και απτό, είτε τόσο απειροελάχιστο που να είναι αόρατο, ή τόσο απροσμέτρητο που να είναι ασύλληπτο- εν Αυτώ συγκεφαλαιούται, αποκτά κεφαλή, γίνεται μέρος ενός συνθέτου όλου, που δεν είναι πλέον, (αν ήταν ποτέ) αδρανής ύλη αλλά μία συντεταγμένη ύπαρξη.

Αυτό μας επιτρέπει να μιλάμε για τον Θεό με περισσότερο από έναν τρόπους, επειδή υπάρχει πλέον τετελεσμένη αυτή η σύνδεση του Θεού με την ιστορία και με τον άνθρωπο, αυτή η αλληλοσυνύφανση του θείου και του κτιστού. Και είναι εξαιρετικά σημαντικό πως η αποκάλυψη είναι αποκάλυψη ενός θείου Προσώπου σε πλήρη πρόσωπα, όχι το ξεδίπλωμα ενός συστήματος διανοητικής αλήθειας –και ο λόγος που γίνεται αυτό είναι εγγενής στο ίδιο το μυστήριο της Ενσάρκωσης.

Υπάρχει μία διαφορά μεταξύ αλήθειας και πραγματικότητας. Πραγματικότητα είναι κάθετί κτιστό και άκτιστο, συμπεριλαμβανομένου και του Θεού. Αλήθεια είναι ό,τι μπορούμε να αποφανθούμε με ακρίβεια, ό,τι μπορούμε να πούμε για την πραγματικότητα, στο βαθμό που τη συλλαμβάνουμε και την κατανοούμε, στον βαθμό που μας αποκαλύπτεται, και στον βαθμό που γινόμαστε ικανοί να τη γνωρίσουμε και να κοινωνήσουμε μαζί της. Όμως με την Ενσάρκωση, η πραγματικότητα και η αλήθεια, η διατύπωση και ό,τι αυτή διατυπώνει, συμπίπτουν.

Ο Χριστός είναι η πληρότητα της πραγματικότητας, της κτιστής και της άκτιστης –αυτό σημαίνει η Ενσάρκωση- και την ίδια ώρα είναι η τέλεια πεπληρωμένη αποκάλυψη σύνολης της πραγματικότητας, τόσο του Θεού όσο και του κτιστού κόσμου. Όμως αυτή η αλήθεια, η βεβαιωμένη, η διατυπωμένη, η αποκεκαλυμμένη στο πρόσωπο του Ένσαρκου Κυρίου δεν μπορεί πλέον απλά να εκφραστεί, αν συλληφθεί, να περιγραφεί με διανοητικές κατηγορίες, επειδή ερχόμαστε πλέον ενώπιος ενωπίω με την Αλήθεια που έγινε Πρόσωπο. Και πάλι βρισκόμαστε μπροστά στην επισήμανση που έχω ήδη κάνει: είναι η αποκάλυψη ενός Προσώπου, που μπορεί να γίνει αντικείμενο σύλληψης, εμπειρίας και κηρύγματος μόνο από το καθολικό ανθρώπινο πρόσωπο και τον πλήρη άνθρωπο που είναι η ανθρωπότητα και η Εκκλησία.

Η γνώση του Θεού τελικά δεν προκύπτει μέσα από την πρόοδο διανοητικών ή άλλων διατυπώσεων, αλλά μέσα από την ταυτόχρονη λειτουργία όλου του πλούτου και την συνθετότητας των διατυπώσεων του λόγου, των χρωμάτων, των στίχων, της μουσικής, της τελετουργίας, των χειρονομιών, του μεγαλείου ή της ταπείνωσης, και ταυτόχρονα –και κατά κύριο λόγο- με την μυστηριακή κοινωνία που η ίδια η γνώση του Θεού εγκαθιδρύει μέσα από τις θείες πράξεις που ονομάζουμε Μυστήρια, και τα οποία μας καθιστούν μετόχους αυτού που δεν μπορεί να γνωριστεί αλλιώς παρά μονάχα μέσα από τη μετοχή, μέσα από την κοινωνία σε μία ζωή.


από το βιβλίο: Η εν θεώ ζωή μας

Antony Bloom

εκδ.: Εν πλω